Andor 6: Δεν θέλουμε θλιμμένους στη γιορτή μας
Η πλήρης αντιστασιακή σάγκα του Κάσιαν Άντορ, ένα arc τη φορά. Σήμερα, η 2η σεζόν ξεκινά με έναν γάμο και μια απόδραση.
Previously on: Κεφάλαιο 1 | Κεφάλαιο 2 | Κεφάλαιο 3 | Κεφάλαιο 4 | Κεφάλαιο 5
***
Σεζόν 2
Επεισόδιο 1: One Year Later
Επεισόδιο 2: Sagrona Teema
Επεισόδιο 3: Harvest
Σενάριο: Τόνι Γκίλροϊ / Σκηνοθεσία: Άριελ Κλάιμαν
***
Η απόφαση του Γκίλροϊ να συμπτύξει 4 σεζόν σε μία φαίνεται νομίζω σε αυτό το arc περισσότερο από κάθε άλλο της 2ης σεζόν. Καθώς, αν αυτός ο «χρόνος» μες στη σειρά είχε μια ολόκληρη δική του σεζόν θα μπορούσε με ευκολία να δεις τα επιμέρους επεισόδια. Τον Κάσιαν στον Γιάβιν, ας πούμε, ή την αυτοκρατορική τύπου ICE φρουρά που τσεκάρει τα χαρτιά των εργατών γης στον Μίνα-Ράου, ή φυσικά τον γάμο της κόρης της Μον Μόθμα.
Τα δοκιμά κομμάτια είναι εκεί, αλλά εν τέλει βάσει αποτελέσματος χαίρομαι που η σειρά προχώρησε με τον τρόπο που προχώρησε. Όχι μόνο επειδή στην πορεία τα arcs γίνονται πιο καθαρά και περιεκτικά, αλλά κι επειδή όντως δεν ξέρω αν προκύπτει μια ολόκληρη σεζόν υλικού από αυτές τις ιστορίες χωρίς να τεντώσει υπερβολικά το πράγμα. Κομμάτι της πρόκλησης στην 1η σεζόν του Andor ήταν το ότι έπρεπε να κάνει establish ένα σωρό πράγματα – οι μετέπειτα σεζόν απλώς θα τα παρέτειναν.
Οπότε χαίρομαι με την τροπή που πήραν τα πράγματα, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει λιγότερο Andor. Αυτό εξάλλου είναι κατά τη γνώμη μου το μακράν λιγότερο καλό από τα arcs της 2ης σεζόν.
Η δράση ξεκινά με τον Κάσιαν να κλέβει ένα πρότυπο TIE μαχητικό, με τη βοήθεια μιας κρυφής συμμάχου μες στην δομή της Αυτοκρατορίας, που δεν βλέπουμε ξανά. Μια τόσο-όσο υπενθύμιση πως υπάρχουν άνθρωποι σε όλο το εύρος αυτής της περιπέτειας που προσφέρουν ένα μικρό λιθαράκι χωρίς να έχουν ποτέ τη μεγάλη εικόνα, και των οποίων η ιστορία είναι βασικά αόρατη αν το δεις μακροσκοπικά. Τέτοιοι άνθρωποι είναι κι οι ήρωες του Andor αν κοιτάξεις την επανάσταση από μια άλλη γωνία, και η σειρά σωστά δε σταματά να μας το υπενθυμίζει με διάφορους τρόπους.
Ο Κάσιαν καταλήγει σε έναν πλανήτη ζούγκλα όπου μπλέκει με μια ντόπια επαναστατική φράξια, που στη διάρκεια της παραμονής του εκεί τους βλέπει να σχίζονται στα δύο δημιουργώντας δύο αντίπαλες υπο-φράξιες. Υπάρχει κάτι πολύ αληθινό εκεί σχετικά με τη διαρκή διάσπαση των επαναστατικών/αντιστασιακών κινημάτων, το οποίο ο Γκίλροϊ αντιμετωπίζει με πρέπουσα σοβαρότητα – ακόμα κι αν, ομολογουμένως, στο περιθώριο των άλλων plots του arc αυτό καταλήγει να μοιάζει περισσότερο από όλα με ψιλο-υποχρέωση.
(Αν αυτό το κομμάτι είχε τη δική του τριπλέτα επεισοδίων, όπως συμβαίνει με την επόμενη ας πούμε, τότε θα είχε πιο μεγάλο ενδιαφέρον, αλλά πάντα κάτι χάνεις και κάτι κερδίζεις.)
Σε κάθε περίπτωση, ο Γκίλροϊ περνά την ιστορία από ένα αναγκαίο της pit stop, δείχνοντας την αναπτυσσόμενη αντιστασιακή δομή στον πλανήτη που μετέπειτα θα γίνει το κέντρο της επαναστατικής δραστηριότητας – και μαζί, το πώς οι άνθρωποι αυτοί δεν είναι ένα ενιαίο groupthink. Υπάρχουν κομμάτια της αντίστασης που δεν πιστεύουν καθόλου στην ιδεολογία και τις τακτικές άλλων κομματιών της αντίστασης, κι αυτό είναι απόλυτα αληθινό όσο και απόλυτα σημαντικό για τη σειρά.
Η απόδραση του Άντορ θα γίνει πάνω στην ώρα για να μάθει από την Κλέγια πως το παρεάκι της Μπιξ είναι σε μπελάδες, οπότε τσακίζεται με το ΤΙΕ να φτάσει εκεί για να τους βοηθήσει. Αυτό το σετ χαρακτήρων δεν τα περνάνε και τέλεια στον Μίνα-Ράου γενικώς, αλλά ειδικά η Μπιξ είναι σε μια δύσκολη κατάσταση και ως χαρακτήρας. Αντιμετωπίζει ακόμα PTSD από το βασανισμό της, που είναι σημαντικό ότι δεν εξαφανίστηκε απλώς, αλλά ταυτόχρονα τη βρίσκουν κι άλλα δεινά – συγκεκριμένα η απειλή βιασμού από το κάθαρμα της αυτοκρατορικής αστυνομίας.
Υπάρχει σασπένς σε αυτό το κομμάτι της ιστορίας, καθώς οι τρεις χαρακτήρες προσπαθούν να ξεγλιστρήσουν από τον έλεγχο διαβατηρίων αλλά προδίδονται. Η εκτεταμένη σεκάνς με τον Μπράσο να τρέχει για να βοηθήσει τον Γουίλ είναι δυνατή, και η Μπιξ που μένει πίσω έχει το δικό της δαίμονα να αντιμετωπίσει (και το κάνει), κι ενώ είναι πολύ σημαντικό που η σειρά δείχνει άφοβα την φρικιαστική συμπεριφορά ισχύος της εξουσίας, δεν είμαι μεγάλος φαν του να συμβαίνουν όλες οι κατάρες πάνω σε έναν χαρακτήρα. Δεν είναι κακό βέβαια όπως απεικονίζεται, ούτε μου χαλάει το επεισόδιο, είναι απλά ένας αστερίσκος.
Ο Κάσιαν προλαβαίνει με το ΤΙΕ να σώσει τη Μπιξ και τον Γουίλ αλλά όχι τον Μπράσο – ένας άνθρωπος που ακόμα δε μπορώ να καταλάβω πώς δεν είναι CGI. Αποχωρούν λοιπόν οι τρεις για νέες περιπέτειες.
Ωστόσο το αγαπημένο μου κομμάτι όλου αυτού του πρώτου arc, είναι ο γάμος στη Τσαντρίλα. Η θυσία της Μον Μόθμα για την επανάσταση σήμαινε πως έπρεπε να υποκύψει και να προξενέψει την κόρη της με τον γιο του γλοιώδη τοκογλύφου και τώρα όλα προχωράνε όπως θα περίμενε κανείς από εκεί και μετά. Υπάρχει ένα detachment στο πώς κινείται πλέον η Μοθ σε αυτούς τους χώρους, μοιάζει πια σα να μην έχει στα αλήθεια θέση μέσα στην ίδια της την οικογένεια, σα να είναι παρατηρητής.
Η Τζενεβίβ Ο’Ράιλι είναι φανταστική στο ρόλο ήδη από την πρώτη σεζόν, αλλά εδώ καταφέρνει να μοιάζει σαν φάντασμα μες στο γλέντι των άλλων. Μια αβέβαιη οντότητα που ιδεολογικά μοιάζει βέβαια για τον σκοπό της αλλά στην πράξη δεν έχει ακόμα απεμπλακεί από τις προσωπικές συνέπειες. Κι αυτό συμπεριλαμβάνει και τη μοίρα του Τέι Κόλμα, τον οποίο ο Λούθεν ξεπαστρεύει off screen (μέσω της Σίντα) χωρίς πολλές-πολλές συζητήσεις.
Ο Λούθεν είναι εδώ και καιρό σε αυτό το στάδιο που η Μον δε ξέρει αν μπορεί να φτάσει: Η δημόσια περσόνα του είναι 100% θεατρικότητα, μεγάλα χαμόγελα, αγκαλιές, αστειάκια, χιχι χουχου, κύριε Πρέσβη τι μου κάνετε, κλπ. Κάτω από τη στολή, είναι εντελώς ψυχρός και συνειδητοποιημένος ως προς τις ανάγκες μιας τέτοιας επιχείρησης. Αυτό μπορεί να σημαίνει πως εν γνώσει του θα κρατήσει χωριστά τη Βαλ και τη Σίντα, πως θα ξεφορτωθεί τον Τέι Κόλμα το δευτερόλεπτο που αυτός θα υπονοήσει πως μπορεί να δημιουργήσει πρόβλημα, που θα θυσιάσει ανθρώπους χωρίς δεύτερη σκέψη.
Στην ήδη κλασική σκηνή του με τον Λόνι από την 1η σεζόν έλεγε πως παλεύει για μια ανατολή που δεν θα δει ποτέ, και περιμένει 100% από όλους τους υπόλοιπους γύρω του το ίδιο ακριβώς πράγμα.
Οι σκηνές του γάμου είναι εξαιρετικά γυρισμένες από τον Άριελ Κλάιμαν, συν-σκηνοθέτη της Τζέιν Κάμπιον στο Top of the Lake: China Girl. Παρατηρούμε μια fluid κίνηση της κάμερας στις σκηνές του γάμου ιδιαίτερα, που τις διαφοροποιεί από οτιδήποτε άλλο συμβαίνει στα επεισόδια, γύρω από αυτό το στόρι. Η κάμερα χτίζει ένα συνεχές με τρόπο ζαλιστικό, σαν μια εμπειρία που δεν αρχίζει και δεν τελειώνει πουθενά, και στη μέση η Μον, ζαλισμένη, χαμένη, να κινείται (ή να χορεύει, όπως στο τέλος) δίχως να βρίσκει διέξοδο. Υπάρχει μόνο μία διαδρομή πλέον για αυτή, και εδώ μοιάζει να το συνειδητοποιεί.
Και μιλώντας για γάμο, η Ντέντρα κι ο Σίριλ τώρα μένουν πια μαζί, στο Κόρουσαντ, το psycho ζευγαράκι της καρδιάς μας. Οι σκηνές που η Ντέντρα χρησιμοποιεί την λοκαρισμένη της οπτική και στόχευση, για να απεμπλακεί ο Σίριλ από μια συναισθηματικά passive aggressive σχέση με τη μητέρα του, είναι ίσως ό,τι πιο εντυπωσιακό έχουμε δει να πετυχαίνει αυτός ο χαρακτήρας – κι αναμφίβολα έχει υπάρξει εντυπωσιακά αποτελεσματική μέσα στους μηχανισμούς της Αυτοκρατορίας.
Τόσο, που ο Κρένικ (Μπεν Μέντελσον σε μια μικρή επιστροφή στο ρόλο του από το Rogue One) της αναθέτει την top secret αποστολή στο Γκόρμαν: Το πώς δηλαδή η Αυτοκρατορία θα μπορέσει να προετοιμάσει σε επίπεδο δημόσιας εικόνας, την πιθανή επικείμενη καταστροφική εκμετάλλευση ενός ολόκληρου πλανήτη. Όταν εξάλλου μιλάμε για απόλυτο δώσιμο σε έναν σκοπό, η Ντέντρα Μίρο έχει προ πολλού αποφασίσει πως δεν υπάρχει τίποτα που δε θα θυσιάσει, μπροστά στους σκοπούς της φασιστικής μηχανής.
Πώς χτίζεις (ανθρώπινη) αντίσταση σε κάτι τέτοιο;

