Andor 5: Τέσσερις εξεγέρσεις και μία κηδεία
Η πλήρης αντιστασιακή σάγκα του Κάσιαν Άντορ, ένα arc τη φορά. Σήμερα, το τελευταίο κεφάλαιο της 1ης σεζόν
Previously on: Κεφάλαιο 1 | Κεφάλαιο 2 | Κεφάλαιο 3 | Κεφάλαιο 4
***
Σεζόν 1
Επεισόδιο 11: Daughter of Ferrix
Επεισόδιο 12: Rix Road
Σενάριο: Τόνι Γκίλροϊ / Σκηνοθεσία: Μπέντζαμιν Κάρον
***
Αν το Andor ξεκίνησε ως μια ματιά στο πώς χτίζεις (και τι θυσιάζεις) για μια αντίσταση, για να έχει το οποιοδήποτε νόημα αυτό που βλέπουμε θα έπρεπε παράλληλα να μπορεί να εξετάζει και τους μηχανισμούς του ίδιου του φασισμού απέναντι στον οποίο ορθώνεται η αντίσταση. Δε μπορείς να έχεις μια ιστορία για το ένα, χωρίς το άλλο.
Κι είναι εντυπωσιακό ως μια τέτοια εξερεύνηση. Το Andor, εμπνευσμένο από αληθινές βιογραφίες αντιστασιακών κι από επαναστάσεις της Ιστορίας, μπόρεσε σε όλη την 1η του σεζόν να παρουσιάσει πολλές ιδέες πάνω στην εξάπλωση της τυραννίας.
Μίλησε, στη 2η ιστορία, για τη μετατόπιση πληθυσμών και το πώς αυτό που μένει πίσω είναι τίποτα παραπάνω από μια κενή εθιμοτυπία όπου τόποι καταλήγουν απλό φόντο. Η καταπάτηση δικαιωμάτων στα όρια του παραλογισμού, όπως βλέπουμε στο τέλος της 3ης ιστορίας, από μια μηχανή ελέγχου που δεν νιώθει πως χρωστάει εξηγήσεις σε κανέναν. Η διάσπαση του ανθρώπινου δυναμικού, η απομόνωση, η διακοπή τρόπων επικοινωνίας και συνεννόησης όπως συμβαίνει στην φυλακή της 4ης ιστορίας, όπου στόχος είναι το να πειστεί το κάθε άτομο πως είναι μόνο του απέναντι σε κάτι άτρωτο.
Και φυσικά, όπως βλέπουμε διαμέσου όλου του πρώτου κύκλου μέσα κυρίως από τις διαδρομές της Μίρο και του Καρν, η ενθάρρυνση ανθρώπων-οργάνων να ακολουθούν τυφλά διαδικασίες και να εκτελούν τον προδιαγεγραμμένο ρόλο τους μέσα σε ένα σύστημα, χωρίς ποτέ να εξετάζουν την ηθική της εν λόγω διαδικασίας ή συστήματος. Ναι – το ξέρουμε πως απλά έκανες τη δουλειά σου.
Αυτός είναι κι ο θρίαμβος του Andor και η μεγαλύτερη απόσταση που παίρνει από το υπόλοιπο Star Wars σύμπαν. Αντί να επικεντρώνεται σε θαύματα και σε εκλεκτούς, εξετάζει το πώς το ο φασισμός εξαπλώνεται σαν ιός μέσα από συστήματα και εκτελεστές εντολών, αλλά και το πώς η αντίσταση οργανώνεται ως κάτι το συλλογικό. Ανταλλάσει τη μανία με το exceptionalism, και στη θέση της μιλά για συλλογικότητα.
Εξ ου και το mission statement, που στην ουσία είναι μια αφήγηση αφιερωμένη στους ανώνυμους ήρωες των επαναστάσεων και της Ιστορίας, στους απλούς ανθρώπους που φυσικά και μετράνε. Ως εκ τούτου, ο Κάσιαν Άντορ είναι ένας μοναδικός ήρωας μιας τέτοιας sci-fi/fantasy περιπέτειας: Είναι στιγμές που νιώθεις πως είναι περιφερειακός χαρακτήρας ακόμα και στην ίδια του την σειρά – σίγουρα δεν είναι Εκλεκτός. Πόσο μάλλον από τη στιγμή που η μοίρα του είναι πλήρως προδιαγεγραμμένη.
Τα γράφω όλα αυτά με αφορμή αυτή την 5η ιστορία του πρώτου κύκλου, αφενός σαν ένα συνοπτικό thesis πάνω σε πολλές από τις κεντρικές ιδέες αυτού του κύκλου γενικότερα, αλλά κι επειδή καταλήγουν να παίζουν τον ρόλο τους εδώ, στο πώς είναι χτισμένη αυτή η τελευταία περιπέτεια.
Στη λίστα με τις τακτικές της κυριαρχίας της τυραννίας, αυτή η ιστορία εξετάζει άλλη μία πολύ σημαντική ιδέα: Την κοινότητα. Οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις έχουν κατσικωθεί στο Φέριξ, κάτι που κάνει δυσκολότερη την ελεύθερη διακίνηση ανθρώπων, αντικειμένων και ιδεών. Οι άνθρωποι λειτουργούν πιο διστακτικά, και στις σκοτεινές γωνίες. Βρίσκουν συνθηματικά και σήματα κινδύνου. Επιβιώνουν – εκτός από όταν δεν καταφέρνουν ούτε αυτό.
Σε ένα τέτοιο κλίμα πεθαίνει η Μάαρβα της υπέροχης Φιόνα Σο (δίνει σε αυτό τον πρώτο κύκλο μια ξεχωριστή βαρύτητα με την εμφάνισή της κυρίως στα πρώτα και τελευταία επεισόδια) κι η Μίρο είναι σίγουρη πως ο Άντορ θα κάνει την εμφάνισή του. Ο ήρωας θα ξεχωρίσει, και άρα αυτομάτως θα παγιδευτεί. Όμως είπαμε – εδώ έχουμε να κάνουμε με πιο συλλογικές ιδέες.
Στην φανταστική σεκάνς της κηδείας, όπου ο ντόπιος πληθυσμός τιμά έναν τοπικό θρύλο –όπως μόνο τα μέλη μιας ενεργής κοινότητας θα ήξεραν και θα μπορούσαν να κάνουν– η κορύφωση φέρνει την ίδια τη Μάαρβα, σαν από τους νεκρούς, να στέλνει ένα μήνυμα ελπίδας και αντίστασης. Προβοκάρει την αντίδραση των στρατιωτών, που με τη σειρά τους επιτίθενται και άρα γενικεύουν τη σύρραξη σε μια μέχρι εκείνη την ώρα ειρηνική διαδικασία.
Μέσα σε αυτή τη συλλογική σύρραξη/αντίσταση, ο Άντορ που όντως είναι εκεί, καταφέρνει να ξεγλιστρήσει μέσα από τα χέρια των στρατιωτών και να σώσει μια τραυματισμένη Μπιξ.
Πίσω στο έδαφος, η Μίρο κινδυνεύει από τον εξεγερμένο κόσμο και είναι ο Καρν που τη σώζει, παρότι εκείνη δεν ήθελε να έχει να κάνει τίποτα μαζί του. Το κρατάμε αυτό.
Παράλληλα, οι ιστορίες και των άλλων κεντρικών φιγούρων της σεζόν κορυφώνονται με σκληρές αποφάσεις που ζυγίζουν τις απώλειες, που θέτουν το ατομικό απέναντι στο συλλογικό καλό. Η Μον Μόθμα προχωρά αποδεχόμενη τον εκβιασμό του Σκάλντον, ουσιαστικά προξενεύοντας την κόρη της (την οποία ήδη συναρπάζουν τα οπισθοδρομικά έθιμα απέναντι στην όποια περιέργεια για τον κόσμο) με τον γιο του μαφιόζου.
Αργότερα, στήνει ένα ολόκληρο μονόπρακτο για τα αυτιά του οδηγού της (που ξέρει πως την κατασκοπεύει για λογαριασμό του καθεστώτος) προκειμένου να χρεώσει την απώλεια τεράστιων χρηματικών ποσών (που έχουν χρηματοδοτήσει την επιχείρηση στο Αλντάνι) στην χαρτοπαιξία του συζύγου της.
Είναι αποφασισμένη, αλλά όλο αυτό της κοστίζει πολύ – αντιθέτως, ο Λούθεν μοιάζει να έχει εσωτερικεύσει εντελώς την ανθρώπινη διάσταση των «αναγκαίων» απωλειών, ίσως γιατί μόνο έτσι είναι ικανός να κρατήσει τα λογικά του όσο συνεχίζει να παίρνει αδύνατες αποφάσεις. Εν προκειμένω η απόφαση να αφήσει ένα τάγμα αντιστασιακών δυνάμεων να βαδίσει σε σίγουρο θάνατο, ώστε να μην κάψει τον κατάσκοπό του. Αν όμως παίρνει μια σημαντική απόφαση, είναι το να αποτρέψει τον Σο Γκερέρα (του Φόρεστ Γουίτακερ, που επαναλαμβάνει τον ρόλο του από το Rogue One) από το να βοηθήσει στην επιχείρηση – γλιτώνοντας τουλάχιστον αυτόν και τα δικά του στρατεύματα.
(Το βρίσκω φανταστικό πως η 1η σεζόν έχει περιοριστεί σε τέτοιου είδους μόνο callbacks στο ευρύτερο σύμπαν Star Wars. Δηλαδή στην ουσία πρόσωπα που έχουν άμεσο ρόλο μέσα σε αυτή την συγκεκριμένη ιστορία, όπως ο Γκερέρα ή ο Κρένικ του Μπεν Μέντελσον στην 2η σεζόν.)
Καθώς τόσο ο Άντορ όσο κι ο Λούθεν μαθαίνουν να ζυγίζουν αποφάσεις και απώλειες, έρχονται πρόσωπο με πρόσωπο επιτέλους ξανά, στο τέλος της σεζόν. Ο Άντορ ψυλλιάζεται πως ο Λούθεν ήταν εκεί για να τον καθαρίσει, για να γίνει κι ο Άντορ μια από τις αναγκαίες αυτές απώλειες. Αυτό που τον σώζει είναι το ότι έχει κι ο ίδιος αλλάξει, ή έτσι νομίζω. Εκείνη τη στιγμή ο Λούθεν έχει απέναντί του έναν πολύ πιο συνειδητοποιημένο στρατιώτη από ό,τι τον τυχοδιώκτη από την αρχή της σεζόν, γι’αυτό και χαμογελά.
Η μικρή στιγμή ελπίδας και λιγοστής αισιοδοξίας δεν κρατά πολύ – στη σκηνή μετά τους τίτλους τέλους έχουμε την αποκάλυψη πως αυτό που κατασκεύαζαν οι κρατούμενοι-εργάτες στη φυλακή της προηγούμενης ιστορίας είναι το «πιάτο» του Death Star. Θα μπορούσε να είναι απλώς μια «gotcha» σκηνή-cliffhanger, αλλά βρίσκω αξία σε αυτήν, και στην τοποθέτησή της.
Παρά το ψήγμα ελπίδας με το οποίο μας αφήσει η κυρίως ιστορία της πρώτης σεζόν, έρχεται η σκληρή συμβολική υπενθύμιση πως το τυραννικό καθεστώς πάντα θα (θέλει να) βάζει τους πολίτες να κατασκευάζουν οι ίδιοι το όπλο της καταστροφής τους.