King Double: Όνειρα και εφιάλτες στο Evil και το Good Fight
Όχι μία αλλά *δύο* σειρές των Ρόμπερτ και Μισέλ Κινγκ; Και δεν θα έγραφα κάτι;
Σε μια υπέροχη συγκυρία, οι νέες σεζόν των δύο φανταστικών σειρών των Ρόμπερτ και Μισέλ Κινγκ, Evil (2η σεζόν) και The Good Fight (5η σεζόν) ξεκίνησαν και θα προβάλλονται ταυτόχρονα. Αυτή θα είναι μια ακανόνιστου προγραμματισμού σειρά κειμένων με αφορμή αυτό το συνεχιζόμενο τηλεοπτικό double feature.
Σε αυτό το κείμενο: Evil 2x01 (N if for Night Terrors), The Good Fight 5x01 (Previously On…)
***
«Really? You’d hire me if you killed someone?»
Έχουν υπάρξει πραγματικά ελάχιστες σειρές που καταφέρνουν να έχουν με την πραγματικότητα αυτή την ιδιάζουσα σχέση που διατηρούν μαζί της οι σειρές των Ρόμπερτ και Μισέλ Κινγκ. Όχι ακριβώς κοινωνική τηλεόραση, σίγουρα όχι ρεαλιστική, αλλά περισσότερο ένας εφιάλτης-καπρίτσιο, μια χαριτωμένα νοσηρή ηχώ της πραγματικότητας που ξεφυτρώνει στο υποσυνείδητό σου όταν κοιμάσαι έχοντας μόλις διαβάσει τα νέα της μέρας- και έχοντας πιθανώς πιει μερικά ποτήρια κρασί.
Το Good Wife πάντα ήταν η όπερα και το Good Fight -όταν κατάφερε να βρει τον δικό του χαρακτήρα μετά την αμήχανη λόγω συνθηκών πρώτη σεζόν- ήταν πάντα ένα όνειρο, και μάλιστα όνειρο που χορεύει στο μεταίχμιο της αποκάλυψης. Η σειρά γεννήθηκε ως γνωστόν από τις στάχτες μιας εναλλακτικής πραγματικότητας, την οποία μάλιστα εν τέλει τόλμησε ακόμα και να αποτάξει ως πιθανό safe space: Στην τολμηρή περσινή πρεμιέρα, η Νταϊάν ξυπνά στον κόσμο για τον οποίο γράφτηκε εξαρχής ο πιλότος της σειράς, τον κόσμο όπου η Χίλαρι είναι Πρόεδρος, αλλά κι εκεί τα πράγματα δεν αργούν να πάρουν μια παράλογα νοσηρή στροφή.
Τα σκεφτόμουν αυτά βλέποντας την πρεμιέρα της 5ης σεζόν, το νοστιμότατα meta επεισόδιο Previously On…, όπου η ασταμάτητη διάθεση των Κινγκ να συγκρούονται, να αφουγκράζονται και να οραματίζονται με βάση την διαρκώς μετασχηματιζόμενη πραγματικότητα φτάνει σε νέα επίπεδα. Είναι σαν recap επεισόδιο μιας σεζόν που δεν υπήρξε παρά μόνο στις οθόνες μας και στις ειδήσεις μας, με τον τελευταίο ένα χρόνο και τρεις μήνες να μπαίνουν στο μπλέντερ βγάζοντας ένα 50λεπτο μαραθώνιο σε μορφή «πες μου μόνο τα βασικά, έχω ένα ραντεβού μια ώρα».
Και το -επίσης θαυμάσιο- Superstore ακολούθησε μια παρόμοια τακτική με τη δική του πρεμιέρα της φετινής και τελευταίας σεζόν, αφηγούμενο εν τάχει τους μήνες που μεσολάβησαν, στριμώχνοντας στην πρεμιέρα τα όποια κομμάτια του περσινού πετσοκομμένου storyline ήταν απολύτως αναγκαία, και καταφέρνοντας να παρουσιάσει και την αποχώρηση ενός πρωταγωνιστικού μέλους του καστ που επρόκειτο να είναι η αφηγηματική κορύφωση της περσινής, γκρεμισμένης από την πανδημία, σεζόν. Το ίδιο κάνει και το Good Fight, αλλά αυτό που κάνει ακόμα πιο ενδιαφέρουσα την κατά Κινγκς ματιά στα γεγονότα, είναι αυτή η διαχρονική σχέση του σόου με την πραγματικότητα, μια πραγματικότητα που μοιάζει διαρκώς απατηλή, μοιάζει μονίμως ένα βήμα -και μια ανατροπή- μπροστά1. Μόνο το Good Fight θα μπορούσε να παράξει μια σύνοψη του 2020 με τρόπο που να βγάζει νόημα, μη βγάζοντας ακριβώς νόημα.
Όπως έγινε με την νίκη του Τραμπ στον πιλότο, έτσι συνεχίζει να συμβαίνει ακόμα και σήμερα. Μια πλειάδα ιστοριών που η σειρά είχε αρχίσει να προετοιμάζει για το μέλλον της μοιάζουν να καταρρίπτονται για μια ακόμα φορά από την πραγματικότητα (Καπιτώλιο, Τζορτζ Φλόιντ, πανδημία: Πώς θα ήταν ποτέ δυνατόν να μείνουν όλα εντός αφηγηματικού σχεδίου;), και το Previously On… είναι ένα δίχως ανάσα παιχνίδισμα, μια διαρκής υπεκφυγή των αδιέξοδων γεγονότων. Έτσι κι αλλιώς, αν πάντα τα Good Wife + Good Fight είχαν μια σταθερή οπτική του κόσμου, αυτή έχει να κάνει με την τυχαιότητα: Όταν έχουν τελειώσει, ο Τραμπ πολύ απλά θα δώσει pardon στον Τζούλιους, πιθανότατα χωρίς καν να έχει ιδέα ή και να τον νοιάζει.
Το επεισόδιο -για να το πω αλλιώς- έχει ένα τεράστιο όγκο λάντζας να βγάλει από τη μέση, να κλείσει πλοκές που έμειναν πέρσι στον αέρα, να εισάγει καινούριες, και να κλείσει την ιστορία δύο day one μελών του καστ, και όχι μόνο το κάνει με φινέτσα αλλά μετατρέποντας ένα 50λεπτο αγγαρείας σε κάτι σαν mission statement.
Η λάντζα είναι ότι:
Ο Μπόουζμαν αποχωρεί από τη σειρά, όχι ως μελλοντικός υποψήφιος των Δημοκρατικών όπως είχε αρχικά φανεί, αλλά κατόπιν ενός ηθικού ξεσπάσματος με αφορμή τον φόνο του Τζορτζ Φλόιντ, την απόφασή του να πάει στην Ατλάντα. Τι ακριβώς να κάνει εκεί; Ασαφές, αλλά αυτό δεν πειράζει. Φεύγει επειδή βλέπει εκεί ένα μέλλον που πιθανώς τον χρειάζεται, στον απόηχο του BLM και των φετινών εκλογών.
(Ένα ακόμα meta μεζεδάκι από τους Κινγκς: Όταν ο Μπόουζμαν παραλίγο να πέσει στο φρεάτιο του ασανσέρ και να σκοτωθεί έτσι, οι δημιουργοί της σειράς έκλειναν το μάτι στο εμβληματικό δικηγορικό procedural L.A. Law, το οποίο με αυτό τον άκομψο τρόπο είχε γράψει εκτός σόου μια ηρωίδα.)
Η Λούκα αποχωρεί επίσης από τη σειρά, με λιγότερη χάρη από ό,τι ο Μπόουζμαν, αλλά δυστυχώς έμοιαζε έτσι κι αλλιώς εδώ και καιρό υποσημείωση μες στο ίδιο της το σόου. Ο χαρακτήρας επιβίωνε αποκλειστικά πάνω στην χαρισματικότητα της Τζάμπο.
Η πανδημία χτυπά. Πρώτα με τον Τζέι να ξυπνά κάθιδρος μες στον εφιάλτη χωρίς ούτε εμείς να καταλαβαίνουμε καλά-καλά τι συμβαίνει, και να συνεχίζει να βιώνει την πραγματικότητα σαν σουρεαλιστικό όνειρο πυρετού. Κι έπειτα με τα γραφεία σταδιακά να αδειάζουν, τραμπικούς να αρνούνται να φορέσουν μάσκα, και την Νταϊάν να λέει «πηγαίντε στο Ζ-ο-υ-μ, ζουμ τελεία κομ» στους εργαζόμενους, λίγο πριν η ηγεσία της φίρμας σουτάρει το 20% εξ αυτών επί τη ευκαιρία.
Η Μαρίσα αποφασίζει να γίνει δικηγόρος, κι αν η σειρά χρειαστεί να ακολουθήσει ένα «ξαφνικά αυτό το μωρό από τρεις σεζόν πριν επέστρεψε και τώρα είναι έφηβος» μονοπάτι για να φτάσει εκεί, εγώ στηρίζω 100%.
(Όπως κι η Λούκα, έτσι κι εγώ θα προσλάμβανα χωρίς δεύτερη σκέψη τη Μαρίσα, αν ποτέ σκότωνα άνθρωπο! «Really? You’d hire me if you killed someone?»)
Τα politics της φίρμας δείχνουν προς μια αβέβαιη θέση για τη Νταϊάν, η οποία ξαφνικά θα μείνει ως το 50% του ονόματος, και το 50% του ονόματος μιας κατά βάση Μαύρης φίρμας να είναι λευκό στην BLM εποχή είναι κάτι που χτυπάει άσχημα στους ανθρώπους της εταιρείας. Η Νταϊάν δεν έχει να αντιμετωπίσει ευκολότερα politics ούτε στο σπίτι, έχοντας να ετοιμάσει μια θέση κατά της οπλοκατοχής χρησιμοποιώντας για πρόβα τον Κερτ, και τη στιγμή που ο θάνατος της Γκίνσμπεργκ τα καθιστά όλα επί ματαίω.
Να, ξανά αυτή η πραγματικότητα η άτιμη, να μοιάζει με παράλογο όνειρο.
Αν το Good Fight είναι η συνειδητοποιημένα ανθρώπινη πλευρά του μοντέρνου μας εφιάλτη, το Evil είναι η φουλ ανατριχιαστική, techno-Εξορκιστής πλευρά του. Η σειρά επίσης επέστρεψε την περασμένη εβδομάδα με την πρεμιέρα της 2ης σεζόν ακολουθώντας την πορεία της Κρίστεν προς το όποιο τρομερά creepy και αναμφίβολα διαβολικό μονοπάτι πρόκειται να διαβεί.
Από το Evil δεν λείπουν οι ανάλαφρες στιγμές έλλειψης σοβαρότητας που συναντάμε και στο υπόλοιπο έργο των Κινγκ, όμως ο φόβος κυριαρχεί. Η σειρά είναι όλο οθόνες και εφιάλτες και εφιάλτες μες στις οθόνες και οθόνες μες στους εφιάλτες, μια εντελώς σύγχρονη ματιά στον τρόμο του ψηφιακού χάους. Είναι για το πώς το αρχέγονο κακό διαδίδεται με σημερινούς όρους, και για το πώς δαίμονες καταλαμβάνουν ευάλωτα σώματα, σε απόλυτη προσαρμογή με το τώρα. Σα να μη χρειάστηκε να αλλάξει τίποτα, στην πραγματικότητα.
Η τηλεόραση σπάνια καταφέρνει να είναι αληθινά τρομακτική και το Evil χωρίς να πατά ιδιαιτέρως σε τινάγματα, το καταφέρνει. Βοηθά ότι ο δαίμονας παίρνει τη μορφή του Μάικλ Έμερσον, ενός ηθοποιού ανέκαθεν μανούλα στην ερμηνεία ηθικά διφορούμενων μορφών των οποίων η όλη ύπαρξη βρίσκεται και αναπνέει και δυναμώνει μέσα σε απρόσωπα συστήματα ελέγχου.
Έχουμε δει στην πράξη τον Λίλαντ να βάζει το σπόρο του κακού μες στα μυαλά ανθρώπων αλλά μεθοδικά ακόμα και στα περιβάλλοντά τους. Το βλέπαμε σε όλη τη διάρκεια της υπομονετικής πρώτης σεζόν, και το αποτέλεσμα είναι πως τώρα παρατηρούμε το έργο του παντού, όποια οπτική του κόσμου εκ των τριών βασικών ηρώων κι αν ασπαζόμαστε. Είτε ο κόσμος είναι έργο του μυαλού, είτε είναι έργου του θεού, είτε έργο της επιστήμης, η ηθική φθορά μπορεί να εισβάλει παντού, με τρόπους που ακολουθούν το ίδιο pattern.
Η πρεμιέρα του δεύτερου κύκλου φέρνει τον Μπεν και την Κρίστεν σε ευθείς αντιπαραθέσεις με τον Λίλαντ. Μου άρεσε η σκηνή στο άδειο, ψυχρό διαμέρισμα όπου η τριάδα ερευνά τους ισχυρισμούς του Λίλαντ, και μου άρεσε και το καδράρισμα της Κρίστεν όταν μιλά στον ψ της, τον οποίο παίζει ο Κερτ Φούλερ. Είναι ίσως η μοναδική σκηνή του επεισοδίου που εξωτερικό, ανοιχτόχρωμο φως καταλαμβάνει τόσο μεγάλο μέρος της εικόνας για τόση ώρα. Η Κρίστεν είναι ακίνητη, σίγουρη για αυτά που λέει, δίνοντας χώρο στο φως αλλά χωρίς να αλληλεπιδρά με αυτό. Όσο ο Κερτ Φούλερ αρχίζει να συνειδητοποιεί τι ακούει, η κάμερα έρχεται πιο κοντά στην Κρίστεν, αφήνοντας μακριά τον εξωτερικό χώρο.
Αυτή τη στιγμή, στο Evil η ιδέα ενός λαμπερού κόσμου μοιάζει σαν ψευδές φόντο, σαν κάτι που όλο και περισσότερο χάνεται από το κάδρο. Από την άλλη, και στο σύμπαν του Good Fight το ίδιο μοιάζει να ισχύει. Αλλάζει απλώς η υφή του ονείρου.
«Μια διαδρομή παραλογισμού νομίζω πως είναι ο καλύτερος τρόπος να προσεγγίσεις αυτή την τωρινή διοίκηση. Όχι δηλαδή με έναν στεγνό τρόπο, τύπου Μπομπ Γούντγουορντ που ακολουθεί μια διαδρομή στοιχείων. Αλλά με μια αλλόκοτη αίσθηση, πως έχουμε περάσει μέσα από ένα κάτοπτρο, και το πώς θα έμοιαζε κάτι τέτοιο». Ο Ρόμπερτ Κινγκ, συνοψίζοντας τη σχέση της σειράς με την πραγματικότητα, σε περσινή μας συζήτηση: www.oneman.gr/synentefxeis/good-fight-kings-interview