King Double: Χορεύοντας με τον διάβολο
Στο Evil και στο Good Fight οι χαρακτήρες φλερτάρουν με το κακό με διαφορετικούς τρόπους.
Σε μια υπέροχη συγκυρία, οι νέες σεζόν των δύο φανταστικών σειρών των Ρόμπερτ και Μισέλ Κινγκ, Evil (2η σεζόν) και The Good Fight (5η σεζόν) ξεκίνησαν και θα προβάλλονται ταυτόχρονα. Αυτή θα είναι μια ακανόνιστου προγραμματισμού σειρά κειμένων με αφορμή αυτό το συνεχιζόμενο τηλεοπτικό double feature.
Σε αυτό το κείμενο: Evil 2x02 (A is for Avenging Angel), The Good Fight 5x02 (Once There Was a Court…)
***
Do you know how many demons I dated before you?
Κλειδί στην αποτύπωση του πώς διαδίδεται το κακό: Ο μεθοδικός τρόπος με τον οποίο χαρακτήρες φλερτάρουν με την ίδια αυτή παράνοια πριν της παραδοθούν- ή της αντισταθούν. Στη 2η σεζόν του Evil η επιρροή του Λίλαντ είναι με έναν τρόπο αρκετή ώστε όλοι να αρχίσουν να κυλάνε.
Η Κρίστεν έχει ήδη πάρει το δρόμο της, εξ ου και ο Λίλαντ αποκαλύπτεται στην μητέρα της. Η Κριστίν Λάχτι είναι η MVP του επεισοδίου στα ξεσπάσματα που ακολουθούν όμως, αποκαλύποντας και τη δική της σκοτεινή πλευρά. Έχει γνωρίσει πολλούς δαίμονες στο παρελθόν της κι ένας ακόμα bad boyfriend μάλλον δεν είναι κάτι για το οποίο θα δείξει φόβο. (Δεν ξέρω πόσο κυριολεκτικό είναι αυτό, αλλά σε κάθε περίπτωση έχω περιέργεια σε τι escalation θα οδηγηθούμε τώρα η Σέριλ όχι απλά δεν έκατσε να σκάσει, αλλά αντεπιτέθηκε κιόλας χωρίς δεύτερη σκέψη.)
Ο Μπεν συνεχίζει να κατασκοπεύει έχοντας την ανατριχιαστική αίσθηση πως την ίδια στιγμή που εκείνος κοιτάζει τον Λίλαντ, ο Λίλαντ μπορεί να κοιτάζει πίσω. Το κακό δεν γνωρίζει από μονοδρόμους επικοινωνίας. Την ίδια στιγμή ο Ντέιβιντ ματώνει από την οργή και την αυτοσυγκράτηση μπροστά (ή έστω πλάτη με πλάτη) στις προκλήσεις του Λίλαντ. Πόσο ποσοστό αλήθειας υπάρχει στην ιστορία που ο Λίλαντ «εξομολογείται» σχετικά με το ρόλο του στην κατάληξη της Τζούλια; Υποθέτω το μόνο χειροπιαστό πράγμα που υπάρχει αυτή τη στιγμή είναι ο αίμα στη σφιγμένη γροθιά του Ντέιβιντ.
Ο Λίλαντ έχει βρεθεί στη μέση κι απλά δίνει τον τόνο για να χορεύουν οι πάντες τριγύρω, είτε το καταλαβαίνουν είτε όχι. Για τους Κινγκς, το αληθινά τρομακτικό στη φύση του κακού είναι το πώς υπαγορεύει το ρυθμό, όταν καθένας αρχίσει να χορεύει με αυτό.
Εξάλλου δεν είναι καν σαφές για τι είδους οντότητες μιλάμε. Αν ο Λίλαντ σαμποτάρει την ηθική με μεθοδικό τρόπο, τότε ο Αρχάγγελος Μιχαήλ (ή ό,τι ήταν αυτό που συναντήσαμε σε αυτό το επεισόδιο να έχει καταλάβει τον Ρέιμοντ) φαίνεται να λειτουργεί με όρους άσπρου/μαύρου, πολύ λιγότερο εύκαμπτους. Ίσως εκεί να είναι η διαφορά, παρά στην actual ηθική. Ο Μιχαήλ αποφασίζει και τιμωρεί με αμεσότητα αφήνοντας τον αμαρτωλό να καεί στο αυτοκίνητο για λίγη ώρα, και λαμβάνοντας αυστηρές αποφάσεις για το ρόλο κάθε ανθρώπου (ιδιαίτερα αν είσαι γυναίκα), παίρνοντας σοκαριστικά μέτρα όταν δεν υπακουστούν.
Ή, ή, ή! Get this! Ή και απειλώντας να εξολοθρευτεί ο μισός πληθυσμός λίγο πριν ο Ντέιβιντ δει σε ένα δελτίο ειδήσεων τον ανησυχητικό τίτλο περί μιας άγνωστης νέας πανούκλας; Κι απορούσα πώς εισέλθει η πανδημία στο σύμπαν του Evil. Φυσικά-- βιβλική τιμωρία, τι άλλο;
Ήταν ο αληθινός Μιχαήλ που έκανε στήλη άλατος την άμοιρη Άσλεϊ ή ήταν κάποια copycat δαιμονική ή αγγελική οντότητα; (Συμπεριλαμβανομένης της πιθανότητας να ήταν ο ίδιος ο Ρέιμοντ σε ψυχωτικό επεισόδιο διαρκείας.) Τα όρια ανάμεσα στις πλευρές πάντως δεν μοιάζουν τρομερά σαφή.
Αν στο Evil ο Λίλαντ και οι συν αυτώ οντότητες διαφθείρουν σταδιακά, στο νέο Good Fight μια νέα, αμόλυντη ηρωίδα παίρνει επίσης μια πρώτη γεύση του πώς είναι να χορεύεις με τον διάβολο- και με τους πάντες γύρω της να προειδοποιούν διακριτικά (ή και λιγότερο διακριτικά) για την επίδραση που αυτό μπορεί να έχει πάνω της.
Στη σκιά των αποχωρήσεων δύο βασικών μελών του καστ στο περασμένο επεισόδιο-recap, η σειρά συστήνει εδώ αντικαταστάτες και μοιάζουν αμφότεροι winners. Η Κάρμεν Μόγιο είναι μία ανάμεσα σε πολλούς νέους δικηγόρους στη φίρμα κι η εισαγωγή της είναι 100% αποτελεσματική την ίδια στιγμή που δεν προδίδεται το παραμικρό συγκεκριμένο στοιχείο γι’αυτήν. Η Κάρμεν είναι πλήρες ερωτηματικό αλλά την ίδια στιγμή φαίνεται σαν από την πρώτη στιγμή να γνωρίζουμε τα πάντα για αυτήν.
Σε ένα δωμάτιο όπου μια name partner χαμογελά σε μια νέα συνάδελφο της Κάρμεν (την Μαρίσα) επειδή ποτέ κανένα playing field δεν είναι ισορροπημένο, σε ένα δωμάτιο όπου τα πάντα μοιάζουν να κυλούν μηχανικά και άνευρα (η Λιζ να διαβάζει ονόματα πελατών «χεχ τον ξέρετε αυτόν υποθέτω»), σε ένα δωμάτιο όπου κάθε αλληλεπίδραση μοιάζει με κλισέ κοινωνικό παιχνιδάκι, η Κάρμεν μοιάζει not amused. Δεν την ενδιαφέρει το γκλάμουρ των «χεχ» υποθέσεων, δεν θέλει να παίξει με το small talk ή με οτιδήποτε άλλο εκτός των όρων της δουλειάς.
Η Σαρμέιν Μπίνγκουα παίζει την ηρωίδα της ως ένα άτομο γεμάτο σιγουριά (αλλά, περιέργως κι όσο αυτό είναι δυνατόν να αποτελέσει διάκριση, όχι αυτοπεποίθηση), που ξέρει τι είναι εκεί και τι πρέπει να κάνει, χωρίς να επιτρέπει σε τίποτα περιττό να εισβάλει στο χώρο της. Σε όλο το επεισόδιο χαμογελά μια φορά παρότι οι συνθήκες θα το επέτρεπαν σε πολύ περισσότερες. Αλλά τελικά ο τελευταίος που γελά είναι ο επικίνδυνος πελάτης της, ο διάβολος που λέγαμε, ο Όσκαρ Ρίβι, ο οποίος καταφέρνει να κινηθεί μέσα από την τυπική αυστηρότητα της Κάρμεν και να κάνει την κίνηση που άλλοι, πιο υποψιασμένοι, πιο φθαρμένοι δικηγόροι ποτέ δε θα επέτρεπαν.
Η Κάρμεν τώρα βρίσκεται από την πρώτη της βδομάδα στη φίρμα, να έχει τον έλεγχο ενός πολύ ισχυρού πελάτη- δηλαδή ο πελάτης να την έχει υπό τον έλεγχό του, σωστά; Έτσι μοιάζουν να πιστεύουν οι πάντες γύρω της, από την Λιζ μέχρι τον δικαστή της υπόθεσης. Η Κάρμεν δεν γίνεται να μην έχει επίγνωση του πού ήδη έχει μπλέξει, αλλά αν αυτός ο χορός με το διάβολο τη φέρει σε άμεση θέση ισχύος, τότε φαίνεται έτοιμη να παίξει το παιχνίδι. Είναι αφέλεια ή σιγουριά αυτό που την οδηγεί; Όπως βλέπουμε συχνά και στο Evil, αυτές είναι έννοιες των οποίων ο διαχωρισμός συχνά καταλήγει να μην έχει σημασία.
Ο άλλος νέος χαρακτήρας είναι ο δικαστής Γουάκνερ του Μάντι Πατίνκιν, ένας παλαβός μη-δικαστής που βγάζει μη-αποφάσεις σε ένα μη-δικαστήριο αυτής της μη-πραγματικότητας που ζούμε. Η Μαρίσα ως πρωτάρα δικηγόρος ακολουθεί ως βοηθός μια άλλη υπόθεση και, όταν η βασική συνήγορος αποφασίζει να μείνει πίσω επειδή η κατάσταση οδηγείται εκτός νόρμας και κανόνων (σε ένα κυνήγι θησαυρού που εμπεριέχει την εύρεση μιας δικαστικής αίθουσας 9 ¾ σαν πλατφόρμα από το Χάρι Πότερ), τότε η Μαρίσα λάμπει.
Υπό αυτή την έννοια, πρόκειται για ένα επεισόδιο πάνω στο πώς οι παλιοί κανόνες και τα παλιά στεγανά δεν λένε -και δεν είναι δυνατόν να λένε- πολλά σε μια νεότερη γενιά που έχει μεγαλώσει σε μια κοινωνία οριακά διαλυμένη εντός κι εκτός προϋπάρχοντων συστημάτων. Η βαριεστημένη συνήθεια δεν κρύβει τίποτα το ενδιαφέρον για την Κάρμεν, και η υπακοή σε ένα σετ αυστηρών συστημάτων δεν λέει απολύτως τίποτα στη Μαρίσα. Η οποία κερδίζει μια παράλογη υπόθεση, με έναν παράλογο τρόπο (που συμπεριλαμβάνει σκοραρίσματα υπέρ ή κατά της κάθε πλευράς γραμμένα σε ένα πίνακα με κιμωλία), παρουσιάζοντας παράλογα στοιχεία (η υπόθεση κρίνεται από μια επιτόπια θεματική και χρονική ανάλυση του Parasite), απλώς και μόνο επειδή όλες οι πλευρές συμφώνησαν πως αυτό βγάζει νόημα.
Αν το καλοσκεφτούμε, τα πάντα έτσι κι αλλιώς στην κοινωνία δεν είναι παρά μια γενικών γραμμών συμφωνία που δίνει στα διάφορα συστήματα μια ισχύ κι ένα legitimacy. Το Good Fight παραμένει μια απολαυστική ματιά στον παραλογισμό της σύγχρονης ζωής μας, οπότε ένα δικαστήριο σαν του Γουάκνερ μοιάζει περιέργως ταιριαστό. Στην κοσμοθεωρία του Good Fight, τα πάντα έτσι κι αλλιώς είναι ένα δικαστήριο σαν του Γουάκνερ.
***
Προηγούμενο: Όνειρα και εφιάλτες στο Evil και το Good Fight